Η ασπαρτάμη αποτελεί μια από τις παρεξηγημένες ουσίες στην ιστορία της βιομηχανίας τροφίμων. Πρόκειται για μια τεχνητή ουσία που πρωτοσυντέθηκε το 1965 και ανήκει στην κατηγορία των γλυκαντικών ουσιών, ουσιών δηλαδή που λειτουργούν ως υποκατάστατα της ζάχαρης. Σήμερα χρησιμοποιείται στην παρασκευή πολλών τροφίμων και ποτών (π.χ. αναψυκτικά, τσίχλες, δημητριακά πρωινού, γιαούρτια) αλλά και ως επιτραπέζιο γλυκαντικό (σε μορφή δισκίων). Η ασπαρτάμη έχει 200 περίπου φορές πιο γλυκιά γεύση από τη ζάχαρη επομένως, η συνεισφορά της σε θερμίδες σε ένα τρόφιμο είναι αμελητέα αφού απαιτείται πολύ μικρή ποσότητα για να αποκτήσει ένα τρόφιμο γλυκιά γεύση. Για το λόγο αυτό, πολλοί άνθρωποι που προσπαθούν να ελέγξουν το βάρος τους χρησιμοποιούν προϊόντα με ασπαρτάμη και άλλα γλυκαντικά.
Αναφορικά με τη σύσταση της ασπαρτάμης, αποτελείται από 2 αμινοξέα (ασπαρτικό οξύ και φαινυλαλανίνη) και μεθανόλη. Παρότι τα αμινοξέα είναι τα δομικά συστατικά των πρωτεϊνών, ο τρόπος που συνδέονται μεταξύ τους για να δομήσουν την τεχνητή αυτή ουσία, δίνει την αίσθηση του υδατάνθρακα στο στόμα. Έτσι, καταναλώνοντάς τη νιώθουμε τελικά τη γλυκιά γεύση που δίνουν οι υδατάνθρακες. Τα συστατικά της ασπαρτάμης ανιχνεύονται φυσιολογικά σε πολλά φυσικά τρόφιμα (π.χ. στο κρέας, το γάλα, κάποια φρούτα και λαχανικά). Είναι δηλαδή φυσικά προϊόντα και χρησιμοποιούνται από τον οργανισμό για τις λειτουργίες του όπως χρησιμοποιούνται και από τα υπόλοιπα τρόφιμα.
Σύμφωνα με τα παραπάνω φαίνεται ότι ο μεταβολισμός της ασπαρτάμης όταν αυτή εισέλθει στον οργανισμό δεν πρέπει να προκαλεί ανησυχίες. Παρόλα αυτά έχει κατηγορηθεί αρκετά τα τελευταία χρόνια για διάφορα προβλήματα υγείας. Για παράδειγμα, παλαιότερες μελέτες συσχέτισαν την ασπαρτάμη με καρκινογένεση, υπερκινητικότητα σε παιδιά κ.ά. Ωστόσο, οι μελέτες που έδωσαν την αφορμή για να δημιουργηθούν αυτές οι αμφιβολίες, πραγματοποιήθηκαν σε πειραματόζωα και χορήγησαν δόσεις μεγαλύτερες από αυτές που μπορεί να καταναλώσει ένα άτομο φυσιολογικά. Έτσι, η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA) αλλά και στα εγχώρια, ο ΕΦΕΤ (Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων) συμπεραίνουν ότι η κατανάλωση ασπαρτάμης είναι ασφαλής από το γενικό πληθυσμό.
Όσον αφορά τη χρήση της, τίθεται ένα όριο πρόσληψης στα 40 mg/ κιλό σωματικού βάρους την ημέρα το οποίο πρακτικά σημαίνει 12 κουτάκια αναψυκτικού light, πράγμα πρακτικά δύσκολο για μια συνήθη διατροφή. Επίσης, επειδή ως ουσία δεν είναι σταθερή σε μεγάλες θερμοκρασίες και χάνει τη γλυκύτητα της, προτείνεται όταν χρησιμοποιείται στο μαγείρεμα (π.χ. φτιάχνοντας ένα γλυκό με ασπαρτάμη) να προστίθεται στο τέλος ή να διασπείρεται πάνω στο τρόφιμο αφού έχει απομακρυνθεί από την πηγή θερμότητας.
Προσοχή στη χρήση της ασπαρτάμης θα πρέπει να δείχνουν τα άτομα που πάσχουν από φαινυλκετονουρία, μια σπάνια γενετική νόσο, αφού ο οργανισμός τους δε μπορεί να αποδομήσει τη φαινυλαλανίνη. Έτσι αυτή συσσωρεύεται και μπορεί να τους δημιουργήσει νευρολογικά προβλήματα και διανοητική καθυστέρηση. Για το λόγο αυτό, η νομοθεσία ορίζει πως στα τρόφιμα πρέπει να γίνεται σαφής αναφορά ότι περιέχουν ασπαρτάμη. Επιπλέον, σύμφωνα με την Αμερικάνικη Ακαδημία Παιδιατρικής, τα παιδιά θα πρέπει να καταναλώνουν ελεγχόμενα τρόφιμα με ασπαρτάμη, καθώς λόγω χαμηλότερου σωματικού βάρους και λόγω του ότι καταναλώνουν πλέον πολλά τρόφιμα με γλυκαντικά, είναι πιθανότερο να ξεπεράσουν το ασφαλές όριο ημερήσιας πρόσληψης σε σχέση με τους ενήλικες. Άτομα που μπορεί να επωφεληθούν αναμφισβήτητα από τα τρόφιμα με ασπαρτάμη είναι τα παχύσαρκα άτομα καθώς μπορούν να ελέγξουν σε κάποιο βαθμό τις προσλαμβανόμενες θερμίδες τους αλλά και τα άτομα με διαβήτη που πρέπει να ελέγχουν στενά την περιεκτικότητα των γευμάτων τους σε υδατάνθρακες και ζάχαρη. Με αυτό τον τρόπο μπορούν και τα άτομα αυτά να απολαμβάνουν τη γλυκιά γεύση χωρίς σημαντικές συνέπειες στην υγεία τους.